Ξέρετε το όνομα, δεν ξέρετε όμως και την ιστορία. Η μεγάλη κυρία της ευρωπαϊκής μουσικής και μια από τις διασημότερες σταρ που έχει βγάλει ποτέ η Ευρώπη, η Dalida, έρχεται στη μεγάλη οθόνη για να ξεδιπλώσει την εκρηκτική ιστορία της ζωής της, που ήταν γεμάτη επιτυχία, δόξα και αποθέωση, αλλά και τραγικές στιγμές, στην πορεία της 20χρονης καριέρας της.
Περιμένω πως και πως την 30η Μαρτίου για να δω την ταινία στον κινηματογράφο, και εννοείται πως τώρα που γράφω αυτό το post, έχω ανοιγμένο σε άλλο παράθυρο youtube για να έχω μουσική υπόκρουση το Nostalgie της αξεπέραστης star!
Από τη γέννησή της στο Κάιρο το 1933 ως την πρώτη συναυλία της στο θέατρο Olympia στο Παρίσι το 1956, από το γάμο της με τον Λουσιέν Μορίς μέχρι το απόγειο της ντίσκο σκηνής, από το αποκαλυπτικό της ταξίδι στην Ινδία μέχρι τη διεθνή επιτυχία του GigiL’ Amoroso. Παρά τον τραγικό της θάνατο, το αστέρι και το απίστευτο ταλέντο της Δαλιδά, της μεγάλης ντίβας της ευρωπαϊκής μουσικής, συνεχίζει να λάμπει μέχρι και σήμερα. Η ομώνυμη ταινία που εξιστορεί την ταραχώδη ζωή της, είναι ένα συγκινητικό, τραγικό πορτρέτο μιας συναισθηματικά περίπλοκης κι αντισυμβατικής γυναίκας που έζησε σε μια συμβατική εποχή, μιας γυναίκας που γεννήθηκε για να γίνει σταρ.
Δαλιδά: μια γυναίκα-μύθος
17 Ιανουαρίου 1933. Η Ιολάντα, κόρη του Πιέτρο και της Τζιουζεπίνα Ζιλιότι, γεννιέται στο Κάιρο της Αιγύπτου. Ο Πιέτρο είναι πρώτο βιολί στην όπερα του Καΐρου, η Τζιουζεπίνα είναι νοικοκυρά. Έχουν ήδη έναν 3χρονο γιο, τον Ορλάντο. Ακολούθησε ακόμη ένας γιος, ο Μπρούνο. Όταν ξεσπά ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος το 1939, η Αίγυπτος περνά στο στρατόπεδο των συμμάχων και έτσι όλοι οι Ιταλοί που ζουν στη χώρα, συλλαμβάνονται. Ο πατέρας της Ιολάντα περνά τέσσερα χρόνια σε ένα στρατόπεδο στη μέση της ερήμου. Επιστρέφει σωματικά και ψυχικά καταρρακωμένος και πεθαίνει το 1945.
Για να υποστηρίξει οικονομικά την οικογένεια, η Ιολάντα εργάζεται ως γραμματέας αλλά ονειρεύεται να γίνει ηθοποιός, έχοντας ως είδωλα την Άβα Γκάρντνερ και την Ρίτα Χέιγουορθ. Στα 16 της παίρνει μέρος σε διαγωνισμό ομορφιάς, κερδίζοντας την πρώτη θέση. Δέχεται μια πρόταση για δουλειά ως μοντέλο και κερδίζει στα καλλιστεία Μις Αίγυπτος. Αρχίζει να κερδίζει μικρούς ρόλους σε ταινίες – ο σκηνοθέτης μιας από αυτές προσέχει την ομοιότητά της με την Χέντι Λαμάρ, που υποδύθηκε τη Δαλιδά στην ταινία Samson and Delilah, και της προτείνει να υιοθετήσει αυτό ως όνομά της.
Το Δεκέμβριο του 1954, η Δαλιδά φτάνει στο Παρίσι για να κυνηγήσει νέες ευκαιρίες. Ακολουθούν αρκετοί μήνες προσπάθειας να κερδίσει κάποιο ρόλο, ώσπου αποφασίζει να δοκιμάσει το τραγούδι για να βγάζει τα προς το ζην. Οι εμφανίσεις της γνωρίζουν αμέσως μεγάλη επιτυχία και η Δαλιδά τραβά την προσοχή του Λουσιέν Μορίς, καλλιτεχνικού διευθυντή του ραδιοφωνικού σταθμού Europe 1, που την αναλαμβάνει. Το τρίτο της σινγκλ, Bambino, γίνεται τεράστια επιτυχία και μετρά πωλήσεις 300.000 δίσκων σε τρεις εβδομάδες.
Το Σεπτέμβριο του 1957, η Δαλιδά γίνεται η πρώτη γυναίκα με χρυσό δίσκο και αποκτά ένα φαν κλαμπ με χιλιάδες μέλη. Ο φυσικός της ερωτισμός ελκύει τους άνδρες και μαγεύει τις γυναίκες, δίνοντάς της το προσωνύμιο «Η Μπαρντό του τραγουδιού». Μετά από προσεκτικά σχεδιασμένες τουρνέ και εμφανίσεις, η Δαλιδά εμφανίζεται στο Olympia και κάνει πάταγο. Το 1961, η Δαλιδά παντρεύεται τον Λουσιέν Μορίς, όμως ένα μήνα αργότερα ερωτεύεται ένα νεαρό Πολωνό ζωγράφο, τον Ζαν Σομπιέσκι, και η σχέση τους γρήγορα γίνεται γνωστή, φέρνοντας μαζί της ένα μεγάλο σκάνδαλο. Παρά την αρχική εχθρότητα του Μορίς, τελικά οι δύο πρώην σύζυγοι διατηρούν μια τρυφερή φιλική σχέση.
Το καλοκαίρι του 1966, η Δαλιδά γνωρίζει τον τραγουδιστή Λουίτζι Τένκο σε ένα τηλεοπτικό σετ στη Ρώμη. Αποφασίζει να τον στηρίξει στην εμφάνισή του στο περίφημο φεστιβάλ μουσικής του Σαν Ρέμο και ξεκινούν μια παθιασμένη σχέση, που διακόπτεται βίαια όταν ο Λουίτζι βάζει τέλος στη ζωή του μετά την αποτυχημένη εμφάνισή του στο φεστιβάλ. Λίγο αργότερα, η Δαλιδά κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, συντετριμμένη από τον χαμό της μεγάλης της αγάπης. Μετά από πέντε μέρες σε κώμα, η Δαλιδά επιστρέφει στη δουλειά.
Το 1970, ο Λουσιέν Μορίς αυτοκτονεί και η Δαλιδά βλέπει ακόμη έναν αγαπημένο της άνθρωπο να χάνεται. Η μετέπειτα σχέση της με τον Ρισάρ Σανφρέι κρατά εννιά χρόνια και καταλήγει και πάλι στην τραγωδία: δύο χρόνια μετά τον χωρισμό τους, ο Ρισάρ αυτοκτονεί.
Το 1973, ηχογραφεί το περίφημο Paroles, Paroles με τον Αλέν Ντελόν που γίνεται τεράστια επιτυχία. Ηχογραφεί επίσης το τραγούδι Il Venait d’ Avoir 18 Ans, ένα τραγούδι που μιλούσε για ένα αληθινό κομμάτι της ζωής της: το Δεκέμβριο του 1967, η Δαλιδά είχε γνωρίσει ένα νεαρό Ιταλό ονόματι Λούσιο και είχε μείνει έγκυος. Θεωρώντας ότι ο Λούσιο ήταν υπερβολικά νεαρός για να γίνει πατέρας, η Δαλιδά αποφάσισε να κάνει έκτρωση, μετά την οποία έμαθε ότι δε θα μπορούσε ποτέ να κάνει ξανά παιδιά.
Το 1976, το J’Attendrai γίνεται ο πρώτος γαλλικός δίσκος ντίσκο και ξεκινά μια νέα εποχή στην καριέρα της Δαλιδά, η οποία κορυφώνεται με τις 18 θρυλικές συναυλίες στο PalaisdesSports στο Παρίσι – 4 χιλιάδες θεατές κάθε βράδυ, μια πολυμελής ορχήστρα και ένα σόου που έμεινε στην ιστορία.
Στις 3 Μαΐου η Δαλιδά δίνει τέλος στη ζωή της. Αφήνει πίσω ένα σημείωμα: «Η ζωή μού έχει γίνει αφόρητη. Συγχωρέστε με».
Συνάντηση με τη σκηνοθέτη ΛΙΖΑ ΑΖΟΥΕΛΟΣ
Πώς αποφασίσατε να κάνετε ταινία για τη ζωή της Δαλιδά;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήμουν φαν της Δαλιδά πριν κάνω την ταινία. Κατά κάποιον τρόπο, κάπως μου επιβλήθηκε! Μόλις άρχισα την έρευνα, ένιωσα μια οικειότητα μαζί της και, καθώς περνούσε ο καιρός, ο δεσμός έγινε ολοένα ισχυρότερος. Η Δαλιδά δεν ήταν απλώς μια γυναίκα που έσπασε πολλά ρεκόρ -κέρδισε περισσότερα βραβεία από οποιοδήποτε Γάλλο καλλιτέχνη, πούλησε 170 εκατομμύρια δίσκους, ηχογράφησε 2.000 τραγούδια και είχε 70 χρυσούς δίσκους- ήταν επίσης ένα εξαιρετικό άτομο. Η ζωή της ήταν απίστευτη και τραγική, σα μυθιστόρημα. Η φήμη της, καλή και κακή, συναγωνίζονταν την μοναξιά της. Γρήγορα κατάλαβα ότι πρόκειται για την ιστορία μιας γυναίκας που δεν βρήκε ποτέ την ευτυχία. Ήθελα να τιμήσω τη μνήμη της – να κάνω τους ανθρώπους να καταλάβουν το ποια ήταν και να συγχωρέσουν την τελευταία, απελπισμένη πράξη της. Ήταν άτυχη: ήταν μια γυναίκα μοντέρνα σε μια εποχή που ήταν κάθε άλλο παρά μοντέρνα.
Γιατί σας πήρε τόσα χρόνια για να κάνετε την ταινία;
Πιθανόν επειδή τίποτα δεν είναι απλό όταν έχεις να κάνεις με έναν τόσο σημαντικό και περίπλοκο χαρακτήρα! Το πρότζεκτ άλλαξε προσέγγιση, πρωταγωνίστρια και οπτική γωνία αρκετές φορές. Κι όμως, πάντα ήξερα ότι θα φτάσω εκεί που ήθελα γιατί ένα μέντιουμ μού είχε πει το 2012 ότι η Δαλιδά είναι χαρούμενη που θα αφηγηθώ την ιστορία της. Όταν απάντησα ότι είχα γράψει το σενάριο, αλλά το πρότζεκτ είχε εγκαταλειφθεί, το μέντιουμ απάντησε ότι σε τέσσερα χρόνια η ταινία θα γίνει και θα τη σκηνοθετήσω εγώ. Ακόμη κι αν δεν πιστεύει κανείς σε αυτά, αυτό όντως συνέβη!
Επιλέξατε να πείτε ολόκληρη την ιστορία της ζωής της, και να μην επικεντρωθείτε σε ένα μόνο τμήμα της. Γιατί;
Γιατί νομίζω ότι η παιδική της ηλικία, και ειδικά η σχέση της με τον πατέρα της, εξηγεί πολλά για τις σχέσεις της με τους άνδρες κατά τη διάρκεια της ζωής της. Η ζωή και ο θάνατός της είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Επιπλέον, όλες οι διαφορετικές φάσεις της ζωής της ως καλλιτέχνη και γυναίκας είναι συναρπαστικές: από τα χρόνια του Σαν Ρέμο ως και τα χρόνια της ντίσκο. Θα ήταν τόσο δύσκολο να αφήσω κάτι έξω!
Πώς βρήκατε τη συνεργασία με τον Ορλάντο, τον αδελφό της Δαλιδά και παραγωγό της, ο οποίος συνεργάστηκε και στο σενάριο;
Πολύ, πολύ ευχάριστη. Η ανάμιξή του ήταν κάτι σα δίχτυ προστασίας, ένας τρόπος να διασφαλίσουμε ότι η πραγματική ιστορία της Δαλιδά θα αποκαλύπτονταν. Γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε τον ίδιο απώτερο σκοπό: να κάνουμε τη Δαλιδά να μείνει στην αιωνιότητα. Ο Ορλάντο είχε μόνο τρεις όρους: να εγκρίνει το σενάριο, να επιλέξει την ηθοποιό που θα έπαιζε την αδερφή του και να επιλέξει τον ηθοποιό που θα υποδυόταν τον ίδιο. Σε αντάλλαγμα, μου έδωσε απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία. Συχνά έγραφα οδηγημένη από το ένστικτο και τη φαντασία μου. Δεν θα μπορέσω ποτέ να τον ευχαριστήσω αρκετά για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε.
Με μια τόσο τραγική ζωή, ανησυχήσατε ποτέ ότι η ταινία θα ήταν πολύ σκοτεινή;
Ήξερα ότι δεν θα είναι μια feelgood ταινία ακριβώς, αλλά ήξερα επίσης ότι υπήρχαν δύο πλευρές στο χαρακτήρα της: από τη μία ήταν μια πολύ μοναχική γυναίκα, αλλά από την άλλη, όταν τραγουδούσε, έλαμπε. Γι’ αυτό επέλεξα να πω την ιστορία της μέσα από τους άνδρες που αγάπησε και τα τραγούδια που είπε. Έζησε και στιγμές μεγάλης ευτυχίας, πάντως.
Είναι αλήθεια ότι είδατε 200 ηθοποιούς μέχρι τελικά να γνωρίσετε την Σβέβα Αλβίτι;
Ναι! Αρχίσαμε στη Γαλλία, αλλά καμία ηθοποιός δεν είχε την σωστή προφορά. Οπότε αποφασίσαμε να ψάξουμε και στην Ιταλία και τη Μέση Ανατολή. Όταν είδα την Σβέβα σε ένα βίντεο, είχα ένα καλό προαίσθημα. Όταν ήρθε στο Παρίσι, είχαμε καταλήξει σε 20 ηθοποιούς – μόλις, όμως, τραγούδησε το «Je Suis Malade», συγκινήθηκα βαθιά. Δεν έχει πολλή εμπειρία στην υποκριτική και δε μιλούσε γαλλικά, αλλά στο τέλος της οντισιόν είπε «Είμαι η Δαλιδά» και εγώ της απάντησα «Το ξέρω».
Τώρα που η ταινία τελείωσε, τι θέση θα έχει στη ζωή σας η Δαλιδά;
Έχει μια τεράστια θέση στη ζωή μου και πάντα θα έχει! Από τότε που ξεκίνησα να δουλεύω την ταινία, αισθανόμουν ότι δεν είναι μακριά από μένα και ακόμη το πιστεύω. Κατανοώ απόλυτα την εκστρατεία της για το απόλυτο και τη δίψα της για αληθινή αγάπη, όχι το είδος με το οποίο συμβιβαζόμαστε συνήθως. Μου έμαθε να μην αφήνομαι σε μια σχέση. Χάρη στη Δαλιδά, είμαι η καλύτερη φίλη του εαυτού μου. Πιστεύω ότι θα τα πηγαίναμε περίφημα, αφού, πέρα από ταλαντούχα και όμορφη, ήταν και ένας πολύ ευγενικός άνθρωπος. Είμαι περήφανη και χαρούμενη που φέραμε τη ζωή της ξανά στο προσκήνιο.
Συνάντηση με την ηθοποιό ΣΒΕΒΑ ΑΛΒΙΤΙ
Σβέβα Αλβίτι, το διεθνές κοινό δεν σας γνωρίζει ακόμη. Πείτε μας κάποια πράγματα για εσάς.
Είμαι Ιταλίδα, από τη Ρώμη, και είμαι 32 χρονών.Όταν ήμουν μικρή, ήθελα να γίνω τενίστρια, αλλά όλα άλλαξαν όταν κέρδισα ένα διαγωνισμό μόντελινγκ και μετακόμισα στη Νέα Υόρκη, στην ηλικία των 17 ετών. Ήμουν μοντέλο για εννιά χρόνια και το όνειρό μου να περάσω στον κινηματογράφο έγινε πραγματικότητα με το «Δαλιδά»!
Πώς προέκυψε η συνεργασία;
Θα σας πω κάτι αστείο: αρχικά αρνήθηκα να έρθω στην Ευρώπη για να κάνω το κάστινγκ. Ο ατζέντης μου επέμενε, αλλά σκεφτόμουν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να πάρω το ρόλο – ήταν πολύ μεγάλος για μένα! Εκτός από αυτό, δε μιλούσα γαλλικά, δεν μπορούσα να τραγουδήσω και να χορέψω. Τελικά ο ατζέντης μου με έπεισε να κάνω ένα demo βίντεο. Τότε έμαθα περισσότερα για τη Δαλιδά – ήξερα τα τραγούδια της, αλλά δεν ήξερα τίποτα για την ίδια. Είδα μια συνέντευξή της στο YouTube και με συγκίνησε πολύ. Αισθάνθηκα ότι την καταλάβαινα. Πώς να πω όχι σε ένα ρόλο μιας τόσο ευαίσθητης, ευγενικής και δυνατής γυναίκας;
Και έπειτα;
Η Λίζα είδε περίπου 200 ηθοποιούς και είχε καταλήξει σε 20. Οπότε αποφάσισα να πάω στο Παρίσι! Αποφάσισα να «τραγουδήσω», σε πλεϊμπάκ, το «Je Suis Malade» γιατί ήταν το τραγούδι που με συγκίνησε περισσότερο. Αυτό το τραγούδι είναι σαν ποίημα, καταλάβαινα τον πόνο πίσω από το κείμενο. Όταν τελείωσε το τραγούδι, κανείς δεν είπε τίποτα. Πρόσεξα ότι η Λίζα έκλαιγε και της είπα «Είμαι η Δαλιδά». Εκείνη μου απάντησε «Το ξέρω».
Πώς πήγε η κρίσιμη συνάντηση με τον Ορλάντο;
Ήμουν πολύ νευρική για τη συνάντησή μας, αλλά ο Ορλάντο ήταν φοβερά ευγενικός. Με έκανε να δουλέψω σκληρά, αλλά μου έδωσε την ελευθερία να υποδυθώ τη Δαλιδά όπως φανταζόμουν. Δεν ήθελα να τη μιμηθώ, ήθελα να την κάνω δική μου. Όταν τελειώσαμε τα γυρίσματα, ο Ορλάντο μου έκανε το σπουδαιότερο δώρο, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια που ανήκε στην Δαλιδά, και με αποκάλεσε αδελφή του.
Πώς προετοιμαστήκατε για τον ρόλο;
Προετοιμάστηκα για εννιά μήνες. Δούλεψα απίστευτα σκληρά. Καταρχάς, έπρεπε να μάθω γαλλικά! Τα γυρίσματα κράτησαν 3 μήνες και έγιναν στη Γαλλία, την Ιταλία και το Μαρόκο. Ήταν αρκετά κουραστικά και περίπλοκα – μπορεί μέσα στην ίδια μέρα να έπρεπε να πάω από τη δεκαετία του ’50 στη δεκαετία του ’80 και πάλι πίσω. Όλοι μου οι συμπρωταγωνιστές, που είναι πολύ πιο έμπειροι από μένα, με βοήθησαν πολύ, όπως φυσικά και η Λίζα Αζουέλος. Ήταν κάτι σα μητέρα για μένα: είχε τόση κατανόηση, μου έδινε τόσο κουράγιο. Το σημαντικό για εκείνη ήταν να επικοινωνήσουμε τα συναισθήματα της ιστορίας κι άρα ήταν ανοιχτή στον αυτοσχεδιασμό.
Πώς μπορεί μια νέα γυναίκα σαν κι εσάς να μπει στο μυαλό μιας 54χρονης με τάσεις αυτοκτονίας;
Το να αισθάνεσαι ευάλωτος δεν έχει να κάνει με την ηλικία! Σαν τη Δαλιδά, είμαι αρκετά εσωστρεφής και καταλάβαινα πώς αισθανόταν. Όλοι μας έχουμε μια σκοτεινή πλευρά στην προσωπικότητά μας, οπότε για μένα ήταν μια ενδιαφέρουσα ευκαιρία να το διερευνήσω αυτό. Υπήρχαν στιγμές μαγευτικές στα γυρίσματα, στιγμές που δεν ήμουν σίγουρη αν ήμουν η Σβέβα ή η Δαλιδά! Πλέον η Δαλιδά δεν είναι τόσο κομμάτι μου, κάτι που είναι μάλλον καλό, αλλά θα παραμείνει για πάντα το καλύτερο δώρο που μου έχει δώσει η ζωή μέχρι στιγμής.
Extra Info
Ταυτόχρονα, κυκλοφορεί τo soundtrack για την βιογραφική, δραματική ταινία Dalida που αφηγείται την τραγική ιστορία της γεννημένης στο Κάιρο Ιταλίδας ντίβας που αυτοκτόνησε το 1987 στο Παρίσι. Έχοντας πουλήσει πάνω από 130 εκατομμύρια δίσκους σε όλο τον κόσμο, η Dalida συνεχίζει να ακτινοβολεί την αιώνια παρουσία της. Η ταινία Dalida είναι ένα οικείο πορτρέτο μιας γυναίκας απόλυτης, σύνθετης και μοναδικής. Το άλμπουμ περιλαμβάνει τα τραγούδια από την ταινία αλλά και την πρωτότυπη μουσική της ταινίας που έγραψε ο Jean–Claude Petit (Jean de Florette, Cyrano de Bergerac, The Horseman on the Roof). Συμπεριλαμβάνονται όλες οι μεγάλες επιτυχίες της Dalida, όπως τα ‘Gigi L’Amoroso’, ‘Paroles Paroles’ (ντουέτο με τον Alain Delon), ‘Besame Mucho’, ‘Avec Le Temps’, ‘Il Venait D’Avoir 18 Anos’, ‘Salma Ya Salama’, και πολλά άλλα σε μία 2CD έκδοση. Την ταινία σκηνοθέτησε η Lisa Azuelos (LOL (Laughing Out Loud), Quantum Love) και πρωταγωνιστεί η Sveva Alviti, μαζί με τους Riccardo Scamarcio, Vincent Perez, Niels Schneider, Jean–Paul Rouve και Patrick Timsit.