Με τον πολιτικό κόσμο να δίνει το παρών και τις 3 ημέρες των παραστάσεων (ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με την σύζυγό του, Μαρέβα είδαν τους Πέρσες την Κυριακή ενώ η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου το Σάββατο), η Επίδαυρος επέστρεψε στην δική της “κανονικότητα” έστω και αν αυτό σημαίνει λιγότερες παραστάσεις (μόλις 3), με 3 ημέρες αντί 2 όπως συνηθιζόταν, περισσότερους εργαζόμενους στο Φεστιβάλ για την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού και μεγαλύτερες αποστάσεις για την αίσθηση προστασίας.
Οι Πέρσες (472 π.Χ) είναι το παλαιότερο πλήρες δράμα που σώζεται στις μέρες μας και ταυτόχρονα ένα ιστορικό ντοκουμέντο για τη σημαντικότερη σύγκρουση της δεύτερης περσικής εισβολής στην Ελλάδα, τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Μία από τις πιο καθοριστικές μάχες στην ιστορία της ανθρωπότητας, αποτελεί το θέμα της τραγωδίας του Αισχύλου, ο οποίος πήρε μέρος σ’ αυτήν. Χωρίς θριαμβολογίες και κομπασμούς και με σεβασμό στην οδύνη των ηττημένων, ο Αισχύλος παραδίδει έναν ύμνο για την ελευθερία του ατόμου και αντιπαραθέτει τα δημοκρατικά ιδεώδη απέναντι στη δεσποτική μοναρχία και την τυφλή υποταγή στην εξουσία. Η νίκη στεφανώνει εκείνους που ακολουθούν τη σύνεση ενώ ο μηχανισμός της δικαιοσύνης τιμωρεί όποιον με οδηγό την αλαζονεία ξεπερνάει τα όρια, προσβάλλοντας με την έπαρσή του θεούς και ανθρώπους.
Υπόθεση
Στα Σούσα, την πρωτεύουσα των Περσών, οι γέροντες που έχουν μείνει στα μετόπισθεν, πιστοί φύλακες των λαμπρών ανακτόρων του Ξέρξη, ανησυχούν για τον στρατό τους που επιχειρεί εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας, καθώς κανένα νέο δεν έχει φτάσει για την έκβαση της πολεμικής αποστολής.
Οι εντυπωσιακά πολυάριθμες δυνάμεις που συνθέτουν το περσικό στράτευμα με τα ηχηρά ονόματα των αρχηγών του και τη θεόδοτη δύναμη του βασιλιά τους, δεν αρκούν για να κατευνάσουν την ανησυχία των γερόντων, που γνωρίζουν ότι το αδιαπέραστο δίκτυ της Πλάνης ξεγελάει τους ανθρώπους και τους οδηγεί στο χαμό.
Η ανησυχία κορυφώνεται όταν η βασίλισσα Άτοσσα, μητέρα του Ξέρξη, αρχηγού της εκστρατείας, και γυναίκα του νεκρού Δαρείου, αφηγείται το δυσοίωνο όνειρό της: ο Ξέρξης προσπαθούσε να ζέψει στο άρμα του μια Ελληνίδα και μια Ασιάτισσα αλλά η Ελληνίδα έσπασε τα δεσμά και γκρέμισε τον βασιλιά.
Η άφιξη του λαχανιασμένου αγγελιαφόρου επιβεβαιώνει τα κακά προαισθήματα: ολόκληρος ο περσικός στρατός εξοντώθηκε. Οι Έλληνες νίκησαν.
Η διεξοδική αφήγηση της ήττας των Περσών καταλήγει στην εκτενή περιγραφή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, τη φυγή του Ξέρξη και την κακή τύχη του υπόλοιπου στρατού, που επιχείρησε να επιστρέψει διά ξηράς.
Το σύμβολο του ένδοξου παρελθόντος, ο βασιλιάς Δαρείος, εμφανίζεται από τον Άδη ως απάντηση στις επικλήσεις των χθόνιων δυνάμεων και τους θρήνους των Περσών. Η ερμηνεία του πεθαμένου βασιλιά για την καταστροφή αποδίδει τις ευθύνες στην αλαζονεία του Ξέρξη και την ύβρη του απέναντι στη φύση και τους θεούς. Η άφιξη του κουρελιασμένου ηττημένου βασιλιά, σε έντονη αντίθεση με την προηγούμενη ένδοξη παρουσία του Δαρείου, ολοκληρώνει την εικόνα της πανωλεθρίας. Τα εγκώμια για τα επιτεύγματα του παρελθόντος μετατρέπονται σε θρήνους και οδυρμούς για το παρόν, και κορυφώνουν την οδύνη στο άλλοτε ένδοξο παλάτι των Περσών.
Στην πρώτη του παράσταση στην Επίδαυρο ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, ο Δημήτρης Λιγνάδης παρουσίασε μία αξιοπρεπή παράσταση, «διδακτική» για την παρουσίαση του Αρχαίου Δράματος, κατάλληλη «για όλη την οικογένεια».
Με την φράση «όπου ανθίζει η Ύβρις, μεστώνει το στάχυ της πλάνης…» λίγο πριν το τέλος, οι θεατές κατανοούν το μεγαλείο της νίκης και της ήττας, αλλά και της αξιοπρέπειας…
Η Βασίλισσα Άτοσσα της Λυδίας Κονιόρδου είναι πάντα επιβλητική, περισσότερο σαν Μάνα όλων των Περσών, ο Νίκος Καραθάνος ως φάντασμα του Δαρείου παρέδωσε μια ερμηνεία εκπληκτική, εμφανιζόμενος πίσω από τη σκηνή στα λευκά, με σκόνες να τρέχουν από τα ρούχα του, “απ’αλλού φερμένος” όπως θα έλεγε και ο Ελύτης μην κάνοντας έξτρα προσπάθεια να εκβιάσει το συναίσθημα. Αναφορικά με τον Ξέρξη, τον τραγικό ήρωα της ιστορίας, του οποίου ακούμε συνεχώς το όνομα αλλά τον βλέπουμε προς στο τέλος, όταν καταφέρνει να γυρίσει, ο Αργύρης Ξάφης προκάλεσε αβίαστα το συναίσθημα των θεατών και μας συγκίνησε καθώς ήταν σπαρακτικός και ουσιαστικός. Έχοντας καθήκον να κάνει μια από τις σημαντικότερες περιγραφές στο αρχαίο δράμα, ο Άγγελος του Αργύρη Πανταζάρα ήταν πολύ δυνατός. Ωστόσο, οι Πέρσες έχουν ακόμη έναν πρωταγωνιστή: τον Χορό! Κάθε μέλος του έδρασε επί σκηνής με πειθαρχία και μέτρο, δημιουργώντας μια σωματική και υποκριτική πανδαισία στην ορχήστρα. Βασίλης Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γαβαλάς, Μιχάλης Θεοφάνους, Σπύρος Κυριαζόπουλος, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Λαέρτης Μαλκότσης, Γιώργος Μαυρίδης, Δημήτρης Παπανικολάου, Γιάννος Περλέγκας και Αλμπέρτο Φάις, κρατώντας ξύλινα κοντάρια, βοήθησαν στην απεικόνιση των αφηγήσεων και κέρδισαν το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού.
Φωτογραφίες: NDPphoto